Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdecongestionànte
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [dekonʤestjoˈnante] 1 αποσυμφορητικό σκεύασμα 2 βοηθητικό της αποσυμφόρησης σκεύασμα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |