Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόdecadentìsmo
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [dekadenˈtizmo] 1 παρακμή 2 κατάπτωση 3 θεωρία της παρακμής permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |