ItalianoGreco


corredàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [korreˈdare]

1 εξαρτίζω
2 παρέχω
3 εξοπλίζω
4 προσπορίζω
5 εφοδιάζω
6 προμηθεύω
7 πορίζω

corredarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [korreˈdarsi]

1 προμηθεύομαι
2 εφοδιάζομαι
3 εξοπλίζομαι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---