Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόconformìstico
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [konforˈmistiko] 1 συνηθισμένος άνθρωπος 2 συνήθης 3 κομφορμιστικός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |