ItalianoGreco


condensàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [kondenˈsare]

1 συμπυκνώνω διάλυμα
2 αυτοσυγκεντρώνομαι
3 συμπιέζω
4 συμπυκνώνω
5 πυκνώνω

condensàrsi  
ρήμα μέσο αμετάβατο

Προσφορά I.P.A.: [kondenˈsarsi]

1 αυτοσυγκεντρώνομαι
2 συγκεντρώνομαι
3 συμπυκνώνομαι


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---