Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcompilatóre
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [kompilaˈtore] 1 ανθολόγος 2 εκδότης 3 συντάκτης 4 διορθωτής permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |