ItalianoGreco


collocàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [kolloˈkare]

τοποθετώ

collocarsi  
ρήμα μέσο* (αντωνυμιακό)

Προσφορά I.P.A.: [kolloˈkarsi]

1 πιάνω δουλειά
2 τακτοποιούμαι σε δουλειά
3 τοποθετούμαι
4 βρίσκω δουλειά


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---