Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcollèrico
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό Προσφορά I.P.A.: [kolˈlɛriko] 1 αψίχολος 2 οξύθυμος 3 ευέξαπτος 4 νευρικός permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |