Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcòllera
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈkɔllera] ο θυμός permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαessere in collera con qualcuno = θυμώνω με κανέναν Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |