ItalianoGreco


cesellàre  
ρήμα μεταβατικό

Προσφορά I.P.A.: [ʧezelˈlare]

1 κατασκευάζω με τα χέρια
2 εργάζομαι σε λεπτούργημα
3 τορνεύω
4 γυαλίζω
5 χαράζω
6 σμιλεύω
7 σφραγίζω ανάγλυφα
8 εγχαράσσω


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---