ItalianoGreco


cessióne  
ουσιαστικό θηλυκό

Προσφορά I.P.A.: [ʧesˈsjone]

1 μεταγραφή περιουσιακού στοιχείου
2 εκχώρηση
3 παραχώρηση
4 μεταβίβαση


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---