Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcesarìsmo
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ʧezaˈrizmo] 1 καισαρισμός 2 στρατιωτική δικτατορία permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |