Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcereàle
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ʧereˈale] 1 σιτηρά 2 δημητριακά 3 δημητριακό cereàle επίθετο Προσφορά I.P.A.: [ʧereˈale] ο της θεάς Δήμητρας permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |