Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcéra
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈʧera] 1 (per candele) το κερί 2 (per pavimenti) το βερνίκι για πατώματα permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαcera per pavimenti = το βερνίκι γιά πατώματα || museo [αρσ.] delle cere = το μουσείο των κέρινων ομοιωμάτων Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |