Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόcàrica
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ˈkarika] 1 (dignità) το αξίωμα 2 (mansione) το καθήκον permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |