Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόbrancicàre
ρήμα μεταβατικό και αμετάβατο Προσφορά I.P.A.: [branʧiˈkare] 1 ανακαλύπτω στην τύχη 2 πασπατεύω 3 χαὶδεύω ψηλαφητά 4 ψηλαφώ 5 ψάχνω στα τυφλά permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |