Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόbidóne
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [biˈdone] ο τενεκές permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματαbidone [αρσ.] dell'immondizia = ο σκουπιδοτενεκές Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |