Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόbiascicàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [bjaʃʃiˈkare] 1 μασώ (μαλακά) 2 μασουλώ 3 ψελλίζω 4 δαγκώνω σαν φαφούτης permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |