Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόbiàsimo
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ˈbjazimo] 1 επίκριση 2 επίπληξη 3 επιτίμηση 4 μομφή 5 μάλωμα 6 κατηγορία permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |