ItalianoGreco


beffatóre  
αρσενικό επίθετο και ουσιαστικό

Προσφορά I.P.A.: [beffaˈtore]

1 μυκτηριστής
2 γελαστής
3 προπηλακιστής
4 χλευαστής
5 σαρκαστής


permalink



Sfoglia il dizionario

A B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z



---CACHE---