Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόbandìta
ουσιαστικό θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [banˈdita] 1 πάρκο διαφύλαξης ζώων και φυτών 2 προστατευμένη περιοχή permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |