avveraménto
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [avveraˈmento]
1 επίτευξη
2 επιτέλεση
3 εκπλήρωση
4 συντέλεση
5 τέλεση
6 υλοποίηση
7 επικύρωση
8 πραγματοποίηση
9 πραγμάτωση
ουσιαστικό αρσενικό
Προσφορά I.P.A.: [avveraˈmento]
1 επίτευξη
2 επιτέλεση
3 εκπλήρωση
4 συντέλεση
5 τέλεση
6 υλοποίηση
7 επικύρωση
8 πραγματοποίηση
9 πραγμάτωση
permalink
avveramento (ουσ αρσ )
Οι Ιστοτοποι Μασ
- Dizionario italiano
- Grammatica italiana
- Verbi Italiani
- Dizionario latino
- Dizionario greco antico
- Dizionario francese
- Dizionario inglese
- Dizionario tedesco
- Dizionario spagnolo
- Dizionario greco moderno
- Dizionario piemontese
En français
In english
In Deutsch
En español
Em portugues
По русски
Στα ελληνικά
Ën piemontèis
Οι κινητές εφαρμογές μας
Android