Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόassùmere
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [asˈsumere] 1 αναλαβαίνω 2 (impiegato) προσλαμβάνω 3 (contegno, tono) αποκτώ permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |