Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόassortìre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [assorˈtire] 1 εφοδιάζομαι 2 ταιριάζω 3 ταξινομώ 4 κρατώ σε απόθεμα permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |