Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόarruffamatàsse
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό Προσφορά I.P.A.: [ar,ruffamaˈtasse] 1 απατεώνας 2 σκανταλιάρης 3 κατεργάρης permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |