Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόammodernaménto
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [ammodernaˈmento] 1 εισαγωγή σύγχρονων μεθόδων 2 εκσυγχρονισμός 3 εφαρμογή σύγχρονων αντιλήψεων permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |