Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόaltruìsmo
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [altruˈizmo] 1 αλτρουὶσμός 2 φιλανθρωπία 3 αυτοθυσία 4 ανθρωπισμός 5 φιλαλληλία permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |