Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόallumàre
ρήμα μεταβατικό Προσφορά I.P.A.: [alluˈmare] 1 επεξεργάζομαι με στυπτηρία 2 ξεραίνω δέρματα με αλάτι permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |