Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόagiàto
επίθετο Προσφορά I.P.A.: [aˈʤato] 1 ευκατάστατος 2 καλοστεκούμενος (οικονομικά) 3 εύπορος 4 πιασμένος οικονομικά permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |