Ιταλοελληνικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ελληνο-ιταλικό λεξικόaggiotatóre
ουσιαστικό αρσενικό Προσφορά I.P.A.: [adʤotaˈtore] 1 κυβευτής 2 λοβιτουρατζής 3 μαυραγορίτης 4 κερδοσκόπος 5 κομπιναδόρος 6 χρηματιστής 7 σπεκουλαδόρος 8 μιζαδόρος permalink
Sfoglia il dizionarioA B C D E F G H I J K L M N O P Q R S T U V W X Y Z
|
Ën piemontèis |