Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

ιστιοφόρο [ουσ ουδ.] ιστοριογράφος [ουσ αρσ και θηλ.]
ιστιτούτο [ουσ ουδ.] ιστοριοδίφης {ιστοριοδι...
ιστογένεση [θηλ.ουσ] ιστοριοδίφισσα [θηλ.ουσ]
ιστόγραμμα {ιστογράμμ... ιστοριούλα [θηλ.ουσ]
ιστοκύτταρο [ουσ ουδ.] ιστορισμένος [επίθ.]
ιστολογία [θηλ.ουσ] ιστορώ [ρ. μτβ.]
ιστολογικός [επίθ.] ιστός [ουσ αρσ ]
ιστολόγος [ουσ αρσ και θηλ.] ιστοσελίδα [θηλ.ουσ]
ιστόλυση {-ης κ. -ύ... ιστοχημεία [θηλ.ουσ]
ιστορημένος [επίθ.] Ίστρια [κύρ.όν. θηλ.]
ιστόρηση [θηλ.ουσ] ιστρουμέντο [ουσ ουδ.]
ιστορία {ιστοριών} ίσχα [θηλ.ουσ]
ιστορίζω [ρ. μτβ.] ισχαιμία [θηλ.ουσ]
ιστορικά [επίρ.] ισχαιμικός [επίθ.]
ιστορικισμός [ουσ αρσ ] ισχιακός [επίθ.]
ιστορικιστής [ουσ αρσ ] ισχιαλγία {ισχιαλγιώ...
ιστορικιστικός [επίθ.] ισχίο [ουσ ουδ.]
ιστορικό [ουσ ουδ.] ισχναίνω [ρ. μτβ. και αμετβ.]
ιστορικοποίηση [θηλ.ουσ] ίσχνανση {-ης κ. -ά...
ιστορικοποιώ [ρ. μτβ.] ισχναντικός [επίθ.]
ιστορικός [επίθ.] ισχνεμένος [επίθ.]
ιστορικός [ουσ αρσ και θηλ.] ισχνεύω [ρ. μτβ. και αμετβ.]
ιστορικότητα {χωρ. πληθ... ισχνός [επίθ.]
ιστοριογραφία {ιστοριογρ... ισχνότατος [επίθ.]
ιστοριογραφικός [επίθ.] ισχνότερος [επίθ.]

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: