Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ιστορικός  
επίθετο

1 sto`rico ιστορικές γνώσεις == nozioni storiche
2 sto`rico, realme`nte accadu`to o esisti`to ιστορικό πρόσωπο == personaggio sto`rico | ιστορικό γεγονός == fatto sto`rico
3 sto`rico, memora`bile, da tramanda`re ιστορική συνάντηση == incontro storico
4 linguistica ιστορικοί χρόνοι == tempi che collocano l'azione al passato

ιστορικός  
ουσιαστικό αρσενικό και θηλυκό

1 sto`rico ~m~, storio`grafo ~m~
2 insegna`nte di sto`ria

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ιστορικοποιώ ιστορικότητα  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


η ιστορική κληρονομιά = patrimonio [αρσ.] storico


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---