Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

εδράζω {μόνο σε ε... εθελοτυφλία [θηλ.ουσ]
εδραίος [επίθ.] εθελοτυφλώ {εθελοτυφλ...
εδραιωμένος [επίθ.] εθελούσιος [επίθ.]
εδραιώνομαι [ρ. παθ.] εθελουσίως [επίρ.]
εδραιώνω {εδραίω-σα... εθίζομαι [ρ. παθ.]
εδραίωση [θηλ.ουσ] εθίζω {εθίσ-τηκα...
έδρανο [ουσ ουδ.] εθιμικά [επίρ.]
έδραση [θηλ.ουσ] εθιμικός [επίθ.]
εδρεύω {μόνο σε ε... έθιμο {εθίμ-ου |...
εδώ [επίρ.] εθιμοτυπία {χωρ. πληθ...
εδώ! [επιφ.] εθιμοτυπικός [επίθ.]
εδώδιμα [ουσ ουδ πληθ.] εθισμένος [επίθ.]
εδωδιμοπωλείο [ουσ ουδ.] εθισμός {χωρ. πληθ...
εδώδιμος [επίθ.] εθνάρχης {εθναρχών}
εδώθε [επίρ.] εθνεγερσία {εθνεγερσι...
εδώλιο {εδωλί-ου ... εθνικά [ουσ ουδ πληθ.]
ΕΕ [ακρ.] εθνικά [επίρ.]
εζήτησις [θηλ.ουσ] εθνικισμός [ουσ αρσ ]
ΕΗΤΖ [ακρ.] εθνικιστής {εθνικιστρ...
εθελόδουλος [επίθ.] εθνικιστικός [επίθ.]
εθελοθυσία {εθελοθυσι... εθνικίστρια [θηλ.ουσ]
εθελοντής {εθελοντρι... εθνικοί [ουσ αρσ πληθ.]
εθελοντικά [επίρ.] εθνικοποίηση {-ης κ. -ή...
εθελοντικός [επίθ.] εθνικοποιώ [-είς, -εί...
εθελοντισμός [ουσ αρσ ] εθνικός [επίθ.]

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: