Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


εθελοντικός  
επίθετο

volonta`rio, di volontaria`to εθελοντική εργασία == lavoro volontario, volontariato | εθελοντικό σώμα == corpo di volontari

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  εθελοντικά εθελοντισμός  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---