Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόεθελοτυφλώ
ρήμα αμετάβατο chiudere gli occhi, far finta di non vedere εθελοτυφλώ μπροστά στη σκληρή πραγματικότητα == chiudere gli occhi di fronte alla dura realtà permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |