Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

ανυπέρβλητος [επίθ.] ανυπόταχτη [θηλ.ουσ]
ανυπέρθετος [επίθ.] ανυπόταχτος [ουσ αρσ ]
ανυπερθέτως [επίρ.] ανυπόταχτος [επίθ.]
ανυπόγραφος [επίθ.] ανυπόφερτος [επίθ.]
ανυπόδητος [επίθ.] ανυπόφορα [επίρ.]
ανυποθήκευτος [επίθ.] ανυπόφορος [επίθ.]
ανυποκρισία [θηλ.ουσ] ανυποχώρητα [επίρ.]
ανυπόκριτος [επίθ.] ανυποχώρητος [επίθ.]
ανυπόληπτος [επίθ.] ανυποψίαστος [επίθ.]
ανυποληψία {χωρ. πληθ... άνυσμα {ανύσμ-ατο...
ανυπολόγιστος [επίθ.] ανυσματικός [επίθ.]
ανυπόμονα [επίρ.] ανύστακτος [επίθ.]
ανυπομονησία {χωρ. πληθ... ανυστερόβουλα [επίρ.]
ανυπόμονος [επίθ.] ανυστεροβουλία [θηλ.ουσ]
ανυπομονώ [-είς, -εί... ανυστερόβουλος [επίθ.]
ανυπόνοιαστος [επίθ.] ανύφευτος [επίθ.]
ανύποπτος [επίθ.] ανυψούμενος [επίθ.]
ανυπόστατος [επίθ.] ανυψωμένος [επίθ.]
ανυποστήρικτος [επίθ.] ανυψώνομαι ipf ανυψων...
ανυποστήριχτος [επίθ.] ανυψώνω (ανύψ-ωσα,...
ανυπόταγος [επίθ.] ανύψωση {-ης κ. -ώ...
ανυπόταγος [ουσ αρσ ] ανύψωσις [θηλ.ουσ]
ανυπότακτος [ουσ αρσ ] ανυψωτέος [επίθ.]
ανυποταξία [θηλ.ουσ] ανυψωτήρ [ουσ αρσ ]
ανυπόταχτα [επίρ.] ανυψωτήρας [ουσ αρσ ]

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: