Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


ανυπόφορος  
επίθετο

insopporta`bile; intollera`bile το κρύο ήταν ανυπόφορο==il freddo era intollerabile

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  ανυπόφορα ανυποχώρητα  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---