Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


Περιηγηθείτε στο λεξικό

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Υ Φ Χ Ψ Ω

αγάπημα [ουσ ουδ.] αγγαρεμένος [επίθ.]
αγαπημένοι [ουσ αρσ πληθ.] αγγαρεύω {αγγάρ-εψα...
αγαπημένος [επίθ.] αγγειακός [επίθ.]
αγαπημένος [ουσ αρσ ] αγγειεκτομή [θηλ.ουσ]
αγαπημός [ουσ αρσ ] αγγείο [ουσ ουδ.]
αγαπησιάρης {αγαπησιάρ... αγγειογραφία {αγγειογρα...
αγαπητικιά [θηλ.ουσ] αγγειογράφος [ουσ αρσ και θηλ.]
αγαπητικός [επίθ.] αγγειοδιασταλτικός [επίθ.]
αγαπητικός [ουσ αρσ ] αγγειοδιαστολή [θηλ.ουσ]
αγαπητός [επίθ.] αγγειοκαρδιογραφία {αγγειοκαρ...
αγαπητότατος [επίθ.] αγγειοκινητικός [επίθ.]
αγαπητότερος [επίθ.] αγγειοκινητικότητα [θηλ.ουσ]
αγαπιέμαι aor αγαπήθ... αγγειολογία [θηλ.ουσ]
αγαπίζω {αγάπισα} αγγειολόγος [ουσ αρσ και θηλ.]
αγαπούλα [θηλ.ουσ] αγγείον [ουσ ουδ.]
αγαπώ μππ. αγαπη... αγγειοπάθεια {αγγειοπαθ...
αγαπώς [ουσ αρσ ] αγγειοπλάστης [ουσ αρσ ]
άγαρ-άγαρ [ουσ ουδ.] αγγειοπλαστική [θηλ.ουσ]
αγαργάλητος [επίθ.] αγγειοσυσταλτικός [επίθ.]
άγαρμπα [επίρ.] αγγειοσυστολή [θηλ.ουσ]
άγαρμπος [επίθ.] αγγειοχειρουργική [θηλ.ουσ]
αγαρμποσύνη [θηλ.ουσ] αγγειοχειρουργικός [επίθ.]
αγάς {αγάδες} αγγειοχειρουργός [ουσ αρσ και θηλ.]
αγαστός [επίθ.] αγγειώδης [επίθ.]
αγγαρεία {αγγαρειών... αγγείωμα {αγγειώμ-α...

Pagina precedentePagina successiva

Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από: