Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αγγειογραφία  
ουσιαστικό θηλυκό

1 archeologia pittu`ra ~f~; raffigurazio`ne ~f~ su vaso
2 medicina angiografi`a ~f~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αγγείο αγγειογράφος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---