Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


αγαπιέμαι  
ρήμα παθητικό

ama`rsi

αγαπώ
ρήμα μεταβατικό

1 ama`re αγαπώ την φύση==amare la natura | αγαπώ την πατρίδα==amare la patria
2 ama`re; e`ssere innamora`to την αγαπώ πολύ==la amo molto | τον αγάπησε τρελά==lo ha amato alla follia
3 vole`re bene; prova`re affe`tto αγαπώ πολύ τη γιαγιά==amare molto la nonna
4 desidera`re; gradi`re; preferi`re όπως αγαπάτε, κυρία==come la signora desidera | τι αγαπάτε;==cosa gradisce?

ηγαπώ
ρήμα μεταβατικό

variante di [αγαπώ]

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  αγαπητότερος αγαπίζω  >>

Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματα


σ'αγαπώ = ti amo


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---