Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


τρεμούλα
ουσιαστικό θηλυκό

1 brivido
2 fremito
3 tremarella
4 tremito
5 tremolio
6 tremore
7 vacillamento
8 vacillazione

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  τρεμοσβήνω τρεμουλιάζω  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---