Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικότρέξιμο
ουσιαστικό ουδέτερο 1 corsa 2 [ροή] flusso permalink
Φράσεις, ιδιωματισμοί, παραδείγματατρέξιμο μετ' εμποδίων = corsa [θηλ.] a ostacoli Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |