Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόληστεύω
ρήμα μεταβατικό 1 rapina`re, deruba`re λήστεψαν την τράπεζα == hanno rapinato la banca && τον λήστεψαν μέρα μεσημέρι == lo hanno derubato in pieno giorno 2 ((figurato)) deruba`re, spenna`re permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |