Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


κυματόμετρο  
ουσιαστικό ουδέτερο

1 cimo`metro ~m~
2 frequenzi`metro ~m~, frequenzio`metro ~m~

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  κυματοθραύστης κυματώδης  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---