Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


κληρονομώ  
ρήμα μεταβατικό

eredita`re ((anche in senso figurato)) κληρονόμησε τo θείo του == ha ereditato dallo zio | κληρoνόμησε όλα τα ελαττώματα του πατέρα του == ha ereditato tutti i difetti del padre

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  κληρονόμος κλήρος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---