Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


καυστικότητα  
ουσιαστικό θηλυκό

causticità ~f~ ((anche in senso figurato))

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  καυ§στι§κό§τε§ρος καυ§στι§κώ§τα§τος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---