Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


κατευ§οδώνω  
ρήμα μεταβατικό

1 ((popolare)) augura`re buo`n νia`ggio
2 accompagna`re una perso`na che parte

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  κατευ§οδωμένος κατέφλιον  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---