Ελληνοιταλικό λεξικό
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικόκατεστημένο
ουσιαστικό ουδέτερο establishment ~m~ /εστάμπλισμεντ/, la classe ~f~ dirige`nte, le istituzio`ni ~fp~ αμφισβητώ τo κατεστημένο == contestare le istituzioni permalink
Sfoglia il dizionarioΑ Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω |
Ën piemontèis |