Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


καταραμένος  
επίθετο

malede`tto

καταραμένος  
ουσιαστικό αρσενικό

malede`tto καταραμένη η ώρα πoυ == maledetta l'ora che

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  κατάρα! κατάρατος  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---