Ελληνοιταλικό λεξικό

  

Donazione
Πηγαίνετε στο ιταλο-ελληνικό λεξικό


γλήγορος
επίθετο

variante di [γρήγορος ^-η, -ο^]

γρήγορος  
επίθετο

velo`ce, ra`pido; svelto; lesto γρήγορο αυτοκίνητο==un'auto veloce | γρήγορη απόφαση==una rapida decisione | γρήγορος σαν αστραπή==veloce come il fulmine

γρηγορότατος
επίθετο

superlativo di [γρήγορος]

γρηγορότερος
επίθετο

comparativo di [γρήγορος]

permalink
Συνεχίζεται παρακάτω

<<  γλεύκος γληνοειδής  >>


Sfoglia il dizionario

Α Β Γ Δ Ε Ζ Η Θ Ι Κ Λ Μ Ν Ξ Ο Π Ρ Σ Τ Ζ Φ Χ Ψ Ω



Περιηγηθείτε στο Ελληνο-Ιταλικό Λεξικό από:

---CACHE---